Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

[Τουρκία - πάρκο Γκεζί] Η Τουρκία των δύο Τουρκιών;

Όλα ξεκίνησαν όπως κι αλλού μέσω διαδικτύου δι’ ασήμαντον αφορμή, κι όλα πήγαν κάπου που ούτε οι πρώτοι διαδηλωτές της πλατείας Ταξίμ μπορούσαν να φαντασθούν. Το σχέδιο του πρωθυπουργού Ερντογάν για την οθωμανο-εμπορική ανάπλαση του πάρκου Γκεζί αποτέλεσε τη θρυαλλίδα που άναψε μια μεγάλη φωτιά γύρω από την οποία αναμετριόνται δύο Τουρκίες: αυτή του Ερντογάν και μια άλλη η οποία, μέσα από την αντίσταση στον τσαμπουκά του, οριοθετεί επώδυνα την ταυτότητά της. Μια άλλη Τουρκία, ετερόκλητη –οικολογική, αντιϊσλαμική, αριστερή, κεμαλική, κοσμική, αντικαπιταλιστική, κλπ- την οποία ο ίδιος ο Ερντογάν με την αυταρχική και βίαιη αντίδρασή του στις διαδηλώσεις, την υπέδειξε ως ενιαία: ως ξενοκίνητη Τουρκία της αντίδρασης, της καθυστέρησης, και του πλιάτσικου, απέναντι στη νέα Τουρκία, της εθνικής ηθικής και ανάπτυξης, της επιτυχίας και της ευημερίας.

Στην πλατεία Ταξίμ δεν συγκρούονται δύο εκ των προτέρων διαμορφωμένες και με συνείδηση του εαυτού τους Τουρκίες, αντιθέτως και οι δύο διαμορφώνονται στο πλαίσιο της σύγκρουσης. Η Τουρκία του Ερντογάν διεκδικεί την οριστική επιβολή της ηγεμονίας της, η άλλη την άρνηση της ύπαρξής της. Η ίδια η γεωγραφία της σύγκρουσης δείχνει ότι η διαίρεση στην Τουρκία δεν είναι ανάμεσα στον κεμαλισμό και τον ισλαμισμό (άλλωστε ποτέ δεν ήταν, παρά μόνο προσχηματικά για την εμπέδωση ενός δεξιού συντηρητισμού που οφείλει πολλά και στον κεμαλισμό και στον ισλαμισμό). Εναντίον του Ερντογάν δεν ξεσηκώθηκε η παραδοσιακή γεωγραφικά, κεμαλική Τουρκία, ξεσηκώθηκαν και πόλεις που θεωρούνταν άντρα του ισλαμισμού (για παράδειγμα Ικόνιο). Μια άλλη πολιτική γεωγραφία λοιπόν διαμορφώνεται που δεν έχει σχέση με παραδοσιακού τύπου διαιρέσεις.

Ο Ερντογάν το 2002 ανέβηκε στην εξουσία με την υπόσχεση μιας νέας Τουρκίας, δημοκρατικής και ευρωπαϊκής. Ανέβηκε δηλαδή στην εξουσία, υποσχόμενος να ξαναβρεί και να αποκαταστήσει το, κομμένο και χαμένο μέσα σε τόνους αίματος, φυλακίσεων και πραξικοπημάτων, νήμα του μόνιμου αιτήματος για δημοκρατία σε αυτήν τη χώρα. Στο όνομα αυτού του νήματος τον ψήφισαν ακόμη και αριστεροί, στο όνομα αυτού του νήματος προέβη σε μεταρρυθμίσεις εκδημοκρατισμού. Το συμβόλαιο λοιπόν που συνήψε ο Ερντογάν με την κοινωνία το 2002 δεν ήταν στο όνομα μιας νέας ηγεμονίας απέναντι στην κεμαλική ηγεμονία, ήταν στο όνομα της δημοκρατίας, και γι αυτό εναντίον του φορέα της κεμαλικής ηγεμονίας (του στρατού)! Το 2002 ένα μεγάλο μέρος των Τούρκων ψήφισε για να θάψει οριστικά τον μεγάλο ηγέτη (Μουσταφά Κεμάλ) που στοίχειωνε την κοινωνία  –δεν ψήφισε για να τον αντικαταστήσει με έναν άλλο. Το Ισλάμ αποτελούσε στοιχείο αυτού του νέου δημοκρατικού συμβολαίου, δεν ήταν το συμβόλαιο. Ωστόσο όσο το ΑΚΠ ενίσχυε τη δύναμή του, τόσο επεδίωκε την εγκαθίδρυση μιας νέας, αδιαμφισβήτητης ηγεμονίας, μιας νεοσυντηρητικής (και γι αυτό θρησκευτικής), νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας. Αν ο ισλαμισμός ενίσχυσε κάποτε τον συντηρητισμό του δεξιού, κεμαλικού κράτους, ο ισλαμισμός του Ερντογάν ενίσχυε τον νεοσυντηρητισμό ενός δεξιού, αντικεμαλικού κράτους. Το κράτος μεταβαλλόταν σε έναν ισχυρό μηχανισμό του νέου νόμου και της νέας τάξης, που αναπαρήγαγε την ίδια πάντα, βολική για τη δεξιά, διαίρεση (Ισλάμ-κεμαλισμός).

Ο ίδιος ενσάρκωνε το νέο κράτος, ο ίδιος γινόταν ο απόλυτος φορέας του νέου μηνύματος, του νέου εθνικού μυστικού εναντίον του μυστικού που κάποτε το έθνος είχε εμπιστευτεί στον Μουσταφά Κεμάλ. Το Ισλάμ –όπως το εργαλειοποιούσε ο ηγέτης- μεταβαλλόταν από στοιχείο δημοκρατίας σε ιστορικό φορέα των αμετακίνητων αξιών μιας φαντασιακής, αδιάφθορης και πατριωτικής Ανατολίας. Προκειμένου να εγκαταστήσει τη νέα ηγεμονία ο Ερντογάν έπρεπε να αλλάξει το τοπίο, συμβολικά και πραγματικά. Η Κωνσταντινούπολη ορίσθηκε ως το κέντρο επιβολής της νέας ηγεμονίας, εναντίον της κεμαλικής Άγκυρας. Το οθωμανικό παρελθόν λοιπόν κλήθηκε να νομιμοποιήσει ιστορικά την ηγεμονία του -νεοφιλελεύθερης κοπής- αυταρχισμού στην Τουρκία. Σε μια Κωνσταντινούπολη όπου το οθωμανικό παρελθόν (όπως άλλωστε και το βυζαντινό) ήταν συνεχώς παρόν σαν μια παγωμένη εικόνα, σαν ένα κάδρο στο βάθος, όπου επίσης ο κεμαλισμός πέρασε αλλά δεν κόλλησε, σε αυτή την πόλη –κυρίως στο Ταξίμ- που συνιστά τη ζωντανή υπόμνηση ότι η δημοκρατία συνιστά μια διαρκή εθνική ουτοπία, σε αυτή την Πόλη ο Ερντογάν θέλησε να εγκαθιδρύσει τη νέα ηγεμονία. Και το Ταξίμ έγινε το σύμβολο αντίστασης της άλλης Τουρκίας κατά του νέου ηγεμόνα.

Οι αποκαλούμενες συγκεντρώσεις «Σεβασμού στην Εθνική Βούληση» των οπαδών του επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι στο νέο εθνικό αφήγημα του Ερντογάν η Τουρκία είναι δημοκρατική, επειδή αυτό το εγγυάται η δική του παρουσία. Η λύση του κουρδικού ακριβώς σε αυτό το, αντίπαλο του κεμαλικού, αφήγημα εντασσόταν, σε αυτό το αφήγημα που θα νομιμοποιούσε την προεδρική, ομοσπονδιακή Τουρκία με ηγεμόνα τον ίδιο. Μόνο που η αλλαγή του παλιού αφηγήματος απελευθέρωσε μια νέα για την Τουρκία δημοκρατική δυναμική που ο αυταρχισμός του Ερντογάν δεν ανέχεται, έστω κι αν αυτό αντί για λύση του κουρδικού μπορεί να οδηγήσει σε εμφύλιο, όπως έγραψε ο πάντα καίριος Μουράτ Μπελγκέ.


Δημοσιεύτηκε στο ecoleft.gr