Η απόφαση της κυβέρνησης για την επίταξη των καθηγητών μέχρι νεωτέρας
έχει μεγάλη πολιτική σημασία, καθώς αποκαλύπτει ξεκάθαρα τόσο το
περιεχόμενο των υποτιθέμενων εκσυγχρονιστικών και εξευρωπαϊστικών
μεταρρυθμίσεων όσο και το μέγεθος της εργαλειοποίησης μιας τυπικής πλέον
δημοκρατίας σε βάρος της δημοκρατίας. Αντί οι μεταρρυθμίσεις στη
δημόσια εκπαίδευση να αποβλέπουν στην ενίσχυση του δημόσιου σχολείου,
κάτι που θα σήμαινε τη συνέγερση των καθηγητών και της κοινωνίας προς
την κατεύθυνση ενός σχολείου που προκρίνει τη μόρφωση, την ανάπτυξη της
κριτικής ικανότητας των πολιτών του μέλλοντος (επομένως και κατάργηση
του ανορθολογισμού των εξετάσεων και της παπαγαλίας, αλλά και διορισμό
των σε μόνιμη ομηρεία αναπληρωτών και ωρομίσθιων καθηγητών), η
τρικομματική κυβέρνηση επέλεξε τον γνωστό «μεταρρυθμιστικό» μονόδρομο:
απολύσεις, εκφοβισμός, τιμωρία και «βούρδουλας». Η ταπείνωση και το
καψόνι (όλοι οι καθηγητές, χρειάζονται δεν χρειάζονται, καλούνται ως
επιτηρητές στις εξετάσεις, χωρίς να αμείβονται επιπλέον) ως μεταρρυθμιστικά μέσα αποσκοπούν στη μόνιμη συρρίκνωση του σχολείου σε κέντρο καταστολής, με φοβισμένους, υπό απόλυση ή μετάθεση, καθηγητές.
Ο
επιταγμένος «μέχρι νεωτέρας» καθηγητής πρέπει να μάθει ότι ο ρόλος του
δεν είναι να λειτουργεί ως κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο, φορέας
ιδεών και κριτικής σκέψης στους νεότερους. Ο ρόλος του είναι να
υπακούει, να υποτάσσεται, να προάγει τον χαφιεδισμό, να μεταδίδει στον
μαθητή, μέσα από τον ανορθολογισμό του τελικού σκοπού (των εξετάσεων),
τον φόβο για τα πάντα — σε αυτόν τον μαθητή που στο σχολείο του
αλωνίζει η Χρυσή Αυγή και στο σπίτι του κυριαρχεί η απόγνωση από την
κρίση…
Ο χρόνος της
«μεταρρύθμισης» αλλά και το μέτρο της επίταξης δεν είναι ούτε τυχαία
ούτε συγκυριακά. Είναι απολύτως επιλεγμένα και υπακούουν στη λογική μιας
ακροδεξιών μεθόδων δεξιάς κυβέρνησης η οποία χρησιμοποιεί την κοινωνική
και πολιτική ανάγκη για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα,
για να εθίσει και να εξοικειώσει την κοινωνία σε ένα κράτος
καταστολής και υποταγής. Η επίταξη των καθηγητών δεν έγινε επειδή η
κυβέρνηση υποχρεώθηκε, μπροστά στον κίνδυνο της διασάλευσης της ηρεμίας
των μαθητών, να πάρει ένα ακραίο μέτρο. Έγινε επειδή αυτό προκρίνει
ιδεολογικά και πολιτικά ως μέσον για τη συγκρότηση μιας νέας ηγεμονίας,
ενός νέου κράτους. Στη «δημοκρατία» της Δεξιάς, με ακροδεξιές
εμφανέστατα τάσεις, το κράτος λειτουργεί ως τιμωρός, εναντίον των
ατόμων, κοινωνικών και πολιτικών υποκειμένων, εναντίον των διεκδικήσεων
τους, προς όφελος της τάξης και της ασφάλειας που μονοπωλιακά (και όχι
διαλεκτικά και μαχητικά) ορίζει η ηγεμονική τάξη προς το «συμφέρον του
έθνους». Το άτομο, ως πολίτης και συλλογικό υποκείμενο, ως φορέας μιας
διαλεκτικά και συγκρουσιακά συγκροτημένης μνήμης, μετατρέπεται σε
«στρατιώτη» προς φύλαξη του ιερού, διαχρονικής και εθνικής εμβέλειας,
σκοπού: των πανελλαδικών εξετάσεων, λ.χ. Οι εκπαιδευτικοί, από εδώ και
στο εξής, και όχι μόνο στις πανελλαδικές, πρέπει να είναι φαντάροι,
υποταγμένοι στον στόχο: να ετοιμάζουν τους νέους για πόλεμο, για
εξετάσεις.
Τι σημαίνει όμως η «στρατιωτικοποιημένη» αντίληψη περί συγκρότησης του δημόσιου συμφέροντος; Τι σημαίνει ότι μια κοινωνία εθίζεται
στον φόβο και την απαξίωση των δημόσιων θεσμών, των εργαζομένων και των
κοινωνικών τους διεκδικήσεων, με πρόσχημα μια υπέρτατη εθνική ανάγκη;
Τι σημαίνει για μια κοινωνία, ότι, ενώ στα σχολεία όπου θεριεύει η
επιρροή της Χρυσής Αυγής, η κυβέρνηση, αντί να συνάψει ισχυρή συμμαχία
με τους καθηγητές, κλείνει το μάτι σε αυταρχικές, στρατιωτικής λογικής
μεθόδους, προκειμένου να πολεμήσει τους εχθρούς της, τους καθηγητές; Σε
μια χώρα όπου η «Χρυσή Αυγή» είναι δημοσκοπικά το τρίτο κόμμα, ο
εθισμός της κοινωνίας στον φόβο είναι άκρως επικίνδυνος — για όλους μας,
ακόμη και γι’ αυτούς που «δεν κλαίνε» αν απολυθούν κάποιοι καθηγητές
(κυρία Ρεπούση, ξαναθυμηθείτε τι σημαίνει αποδιοπομπαίος τράγος
στο όνομα της εθνικής απειλής). Ίσως κλάψουν αύριο, ίσως κλάψουμε όλοι
μαζί, καθώς βλέπουμε το πολιτικό μας σύστημα να γέρνει επικίνδυνα προς
τα ακροδεξιά, όταν ένα τμήμα της «Αριστεράς», αποποιούμενο τις αρχές
του, επιλέγει τον ρόλο του ρυθμιστή και του εγγυητή της δεξιάς πλευράς
του πολιτικού συστήματος απέναντι στον «ακραίο» ΣΥΡΙΖΑ, όταν το
συνδικαλιστικό κίνημα ακυρώνεται, όταν το ΚΚΕ «περιμένει την
επανάσταση», όταν ο ΣΥΡΙΖΑ, κερματισμένος εσωτερικά και αναγκαστικά
«απολογητικός» προς τα έξω, χάνει την ορμή του· όταν συμβαίνουν όλα αυτά
και εθιζόμαστε σε μια λουφαγμένη από τον φόβο των –μεταρρυθμιστικών– «μέχρι νεωτέρας», μέτρων κοινωνία.
Εσείς της
κυβέρνησης, μείνατε στην Ιστορία «μετεξεταστέοι». Ο κίνδυνος είναι μήπως
μείνει η κοινωνία «μετεξεταστέα» στη δημοκρατία.
Δημοσιεύτηκε στα "Ενθέματα" της εφημερίδας Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου